Οι νεωτερικές κοινωνίες συγκροτούνται μέσα από μιαν ιδρυτική επαγγελία διαφάνειας. Το άπλετο φως του Λόγου, η πίστη στην ικανότητα του ατόμου να λειτουργεί ορθολογικά χωρίς να διολισθαίνει στην πρόσκαιρη ιδιοτέλεια του παράνομου κέρδους, η άρρητη πεποίθηση ότι το οικονομικό συμφέρον μπορεί να μετριαστεί «εν κοινωνία» με τον ίδιο τρόπο που περιστέλλεται η ιδιωτική επιθετικότητα και βία από τον πολιτισμό, αποτελούν θεμελιώδη υποστηρίγματα της φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Είναι επίσης ηθικά ελατήρια που προκαλούν εύλογο σκανδαλισμό των πολιτών μπροστά στην αποκάλυψη ενός σκανδάλου διαφθοράς, όταν δηλαδή κλονίζεται η εμπιστοσύνη απέναντι στις πολιτικές ηγεσίες και εν γένει στους θεσμούς που αξιώνουν την εκπροσώπησή μας.
*Πολλές αναλύσεις και θεωρητικές προσεγγίσεις έχουν διατυπωθεί για τη διαφθορά μέσα στη δημοκρατία (δες την ανάλυση των Κ. Τσουκαλά και Τ. Καφετζή στο τελευταίο τεύχος της Ελληνικής Επιθεώρησης Πολιτικής Επιστήμης).
*Η ίδια η χρησιμοποίηση αυτού του όρου παραπέμπει εξάλλου σε θεμελιώδη φιλοσοφικά ζητήματα γύρω από τη «φύση του ανθρώπου: η διαφθορά του πολιτικού προσωπικού μεταφράζει άραγε τη διάβρωση ενός ηθικά ουδέτερου υποκειμένου από τις δομές εξουσίας ή μήπως αναδεικνύει το εσώτερο κακό του είδους μας;
*Για τους μετριοπαθείς φιλελεύθερους η διαφθορά είναι ένα εγγενές κακό, που διανέμεται άνισα και εντοπίζεται τυχαία μέσα σε κάθε πληθυσμό και οφείλει να καταπολεμηθεί με τις αρχές της διαφάνειας και της ορθολογικής διευθέτησης των σχέσεων κράτους-ατόμων-αγοράς.
*Για τη σοσιαλδημοκρατία η διαφθορά αποτελεί έναν υπονομευτικό μηχανισμό της κοινωνικής συνοχής καθώς πολλαπλασιάζει την οικονομική αδικία και υποσκάπτει την πίστη στη δημοκρατία.
*Στα άκρα αυτών των παραδόσεων και συγκεκριμένα στην υπερ-φιλελεύθερη σκέψη, η διαφθορά γεννιέται από το ίδιο το κράτος που με τις οικονομικές του εξουσίες και τη θέληση να σχεδιάσει το κοινωνικό γίγνεσθαι «μολύνει» τις εξορθολογιστικές ισορροπίες της αγοράς.
*Στο άλλο άκρο, ο ριζοσπαστικός μαρξισμός αλλά και μια ορισμένη παράδοση αποδόμησης θα έβλεπαν στη διαφθορά του πολιτικού συστήματος μια απλή επέκταση της αγοραίας και θεμελιακά ληστρικής φύσης του καπιταλισμού.
*Πέραν όμως από τις μεγάλες αυτές αναλυτικές και φιλοσοφικές μορφές διαπραγμάτευσης της διαφθοράς και του τρόπου που θα τοποθετηθεί κανείς απέναντι σε αυτά τα θεμελιώδη ζητήματα, οφείλουμε να αντιληφθούμε τόσο τις ιστορικές διακυμάνσεις όσο και τους διαφορετικούς βαθμούς διάβρωσης των φιλελεύθερων δημοκρατιών από αυτή την υπονόμευση της πολιτικής εκπροσώπησης.
*Η οργή και η απογοήτευση των πολιτών απέναντι στη διαφθορά στα χρόνια της δημοκρατίας έχει λοιπόν τη δική τους, μακρά και πυκνή, διαδρομή.
Οικονομικά σκάνδαλα, υπεξαιρέσεις, συναλλαγή της πολιτικής εξουσίας με οικονομικές δυνάμεις, επωφελής ανοχή των κυβερνόντων απέναντι σε αντικοινωνικές πρακτικές, θα μπορούσαν να γράψουν μια παράλληλη ιστορία κάθε νεωτερικής δημοκρατίας. Ετσι, και στην Ελλάδα η διαφθορά μερίδων των πολιτικών ηγεσιών αλλά και εντεταλμένων κρατικών λειτουργών (μα και φορέων της οικονομίας της αγοράς) μοιάζει να μεταβάλλεται τα τελευταία χρόνια.
*Οι δύο πόλοι που συγκροτούσαν στη μεταπολεμική περίοδο το πεδίο ανάπτυξης της διαφθοράς (αυτός που οργάνωνε το παιχνίδι εξουσίας των υψηλών κλιμακίων διακυβέρνησης από τη μια και εκείνος που ρύθμιζε μέσω των πελατειακών σχέσεων και του ρουσφετιού τους όρους της πολιτικής συμμετοχής των πολιτών και τις οικογενειακές στρατηγικές) μοιάζουν σήμερα να επικοινωνούν όλο και περισσότερο και να μεγεθύνονται γεωμετρικά. Σε συνδυασμό με τον κατακερματισμό του κοινωνικού σώματος και των συλλογικών ταυτοτήτων θα έλεγε κανείς ότι αυτό που εντυπωσιάζει πιο πολύ απ' όλα σήμερα είναι πως οι εκτεταμένες αποκαλύψεις για τις εξαρτήσεις των πολιτικών κομμάτων από δυνάμεις της αγοράς (η δικομματική βεβαιότητα του σκανδάλου Ζίμενς και η σοβαρές σκιές για την πώλησης της αλυσίδας Γερμανός και τόσες άλλες μικρότερες [;] υποθέσεις) δεν φθείρουν περαιτέρω την εμπιστοσύνη των πολιτών στο πολιτικό σύστημα. Μια εξήγηση θα ήταν ότι ο βαθμός απονομιμοποίησης του πολιτικού σκηνικού είναι ήδη πολύ προχωρημένος.
Μια άλλη, λιγότερο αισιόδοξη σίγουρα, θα έβλεπε σε αυτή την απάθεια μορφές ολοκληρωτικής ιδιώτευσης, έναν ηθικολογικό εθισμό στην ανομία. Με άλλα λόγια τους όρους αποδοχής και νομιμοποίησης της δικής μας, μικρής κοινωνικής και ατομικής διαφθοράς, τους όρους κανονικοποίησης της δική μας διαπλοκής.
*Ο μειωμένος «σκανδαλισμός» της κοινωνίας σε συνδυασμό με την επικύρωση ενός αβαθούς και ηθικολογικού καταγγελτικού ιδιώματος στη δημόσια σφαίρα που ποτέ δεν επιμερίζει, δεν συγκρίνει αναλογίες και μεγέθη της ηθικής κρίσης, οδηγεί στην επικίνδυνη αφήγηση της ολικής διαφθοράς. Πρόκειται για μια παρηγορητική, παραμυθητική ιδεοληψία που μας κάνει απαθείς μπροστά στους απανθρακωμένους της Μακίστου, σκληρούς μπροστά στην υπαρξιακή μοναξιά της απόπειρας του Ζαχόπουλου, ανεκτικούς μπροστά σε μια διοικητική μηχανή που αφήνει την Ελλάδα να φλέγεται, την εφορία να λειτουργεί επιλεκτικά, στις ύποπτες δυσμορφίες της αγοράς.
*Ενας ψευτοσκανδαλισμός αποκοιμίζει κάθε δημιουργικότητα, που νεκρώνει την απαίτηση για ορθολογική δράση και που, ενώνοντας αθώους και ενόχους, δίνει άφεση σε κάθε αμαρτία.
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 13-07-2008
Είναι επίσης ηθικά ελατήρια που προκαλούν εύλογο σκανδαλισμό των πολιτών μπροστά στην αποκάλυψη ενός σκανδάλου διαφθοράς, όταν δηλαδή κλονίζεται η εμπιστοσύνη απέναντι στις πολιτικές ηγεσίες και εν γένει στους θεσμούς που αξιώνουν την εκπροσώπησή μας.
*Πολλές αναλύσεις και θεωρητικές προσεγγίσεις έχουν διατυπωθεί για τη διαφθορά μέσα στη δημοκρατία (δες την ανάλυση των Κ. Τσουκαλά και Τ. Καφετζή στο τελευταίο τεύχος της Ελληνικής Επιθεώρησης Πολιτικής Επιστήμης).
*Η ίδια η χρησιμοποίηση αυτού του όρου παραπέμπει εξάλλου σε θεμελιώδη φιλοσοφικά ζητήματα γύρω από τη «φύση του ανθρώπου: η διαφθορά του πολιτικού προσωπικού μεταφράζει άραγε τη διάβρωση ενός ηθικά ουδέτερου υποκειμένου από τις δομές εξουσίας ή μήπως αναδεικνύει το εσώτερο κακό του είδους μας;
*Για τους μετριοπαθείς φιλελεύθερους η διαφθορά είναι ένα εγγενές κακό, που διανέμεται άνισα και εντοπίζεται τυχαία μέσα σε κάθε πληθυσμό και οφείλει να καταπολεμηθεί με τις αρχές της διαφάνειας και της ορθολογικής διευθέτησης των σχέσεων κράτους-ατόμων-αγοράς.
*Για τη σοσιαλδημοκρατία η διαφθορά αποτελεί έναν υπονομευτικό μηχανισμό της κοινωνικής συνοχής καθώς πολλαπλασιάζει την οικονομική αδικία και υποσκάπτει την πίστη στη δημοκρατία.
*Στα άκρα αυτών των παραδόσεων και συγκεκριμένα στην υπερ-φιλελεύθερη σκέψη, η διαφθορά γεννιέται από το ίδιο το κράτος που με τις οικονομικές του εξουσίες και τη θέληση να σχεδιάσει το κοινωνικό γίγνεσθαι «μολύνει» τις εξορθολογιστικές ισορροπίες της αγοράς.
*Στο άλλο άκρο, ο ριζοσπαστικός μαρξισμός αλλά και μια ορισμένη παράδοση αποδόμησης θα έβλεπαν στη διαφθορά του πολιτικού συστήματος μια απλή επέκταση της αγοραίας και θεμελιακά ληστρικής φύσης του καπιταλισμού.
*Πέραν όμως από τις μεγάλες αυτές αναλυτικές και φιλοσοφικές μορφές διαπραγμάτευσης της διαφθοράς και του τρόπου που θα τοποθετηθεί κανείς απέναντι σε αυτά τα θεμελιώδη ζητήματα, οφείλουμε να αντιληφθούμε τόσο τις ιστορικές διακυμάνσεις όσο και τους διαφορετικούς βαθμούς διάβρωσης των φιλελεύθερων δημοκρατιών από αυτή την υπονόμευση της πολιτικής εκπροσώπησης.
*Η οργή και η απογοήτευση των πολιτών απέναντι στη διαφθορά στα χρόνια της δημοκρατίας έχει λοιπόν τη δική τους, μακρά και πυκνή, διαδρομή.
Οικονομικά σκάνδαλα, υπεξαιρέσεις, συναλλαγή της πολιτικής εξουσίας με οικονομικές δυνάμεις, επωφελής ανοχή των κυβερνόντων απέναντι σε αντικοινωνικές πρακτικές, θα μπορούσαν να γράψουν μια παράλληλη ιστορία κάθε νεωτερικής δημοκρατίας. Ετσι, και στην Ελλάδα η διαφθορά μερίδων των πολιτικών ηγεσιών αλλά και εντεταλμένων κρατικών λειτουργών (μα και φορέων της οικονομίας της αγοράς) μοιάζει να μεταβάλλεται τα τελευταία χρόνια.
*Οι δύο πόλοι που συγκροτούσαν στη μεταπολεμική περίοδο το πεδίο ανάπτυξης της διαφθοράς (αυτός που οργάνωνε το παιχνίδι εξουσίας των υψηλών κλιμακίων διακυβέρνησης από τη μια και εκείνος που ρύθμιζε μέσω των πελατειακών σχέσεων και του ρουσφετιού τους όρους της πολιτικής συμμετοχής των πολιτών και τις οικογενειακές στρατηγικές) μοιάζουν σήμερα να επικοινωνούν όλο και περισσότερο και να μεγεθύνονται γεωμετρικά. Σε συνδυασμό με τον κατακερματισμό του κοινωνικού σώματος και των συλλογικών ταυτοτήτων θα έλεγε κανείς ότι αυτό που εντυπωσιάζει πιο πολύ απ' όλα σήμερα είναι πως οι εκτεταμένες αποκαλύψεις για τις εξαρτήσεις των πολιτικών κομμάτων από δυνάμεις της αγοράς (η δικομματική βεβαιότητα του σκανδάλου Ζίμενς και η σοβαρές σκιές για την πώλησης της αλυσίδας Γερμανός και τόσες άλλες μικρότερες [;] υποθέσεις) δεν φθείρουν περαιτέρω την εμπιστοσύνη των πολιτών στο πολιτικό σύστημα. Μια εξήγηση θα ήταν ότι ο βαθμός απονομιμοποίησης του πολιτικού σκηνικού είναι ήδη πολύ προχωρημένος.
Μια άλλη, λιγότερο αισιόδοξη σίγουρα, θα έβλεπε σε αυτή την απάθεια μορφές ολοκληρωτικής ιδιώτευσης, έναν ηθικολογικό εθισμό στην ανομία. Με άλλα λόγια τους όρους αποδοχής και νομιμοποίησης της δικής μας, μικρής κοινωνικής και ατομικής διαφθοράς, τους όρους κανονικοποίησης της δική μας διαπλοκής.
*Ο μειωμένος «σκανδαλισμός» της κοινωνίας σε συνδυασμό με την επικύρωση ενός αβαθούς και ηθικολογικού καταγγελτικού ιδιώματος στη δημόσια σφαίρα που ποτέ δεν επιμερίζει, δεν συγκρίνει αναλογίες και μεγέθη της ηθικής κρίσης, οδηγεί στην επικίνδυνη αφήγηση της ολικής διαφθοράς. Πρόκειται για μια παρηγορητική, παραμυθητική ιδεοληψία που μας κάνει απαθείς μπροστά στους απανθρακωμένους της Μακίστου, σκληρούς μπροστά στην υπαρξιακή μοναξιά της απόπειρας του Ζαχόπουλου, ανεκτικούς μπροστά σε μια διοικητική μηχανή που αφήνει την Ελλάδα να φλέγεται, την εφορία να λειτουργεί επιλεκτικά, στις ύποπτες δυσμορφίες της αγοράς.
*Ενας ψευτοσκανδαλισμός αποκοιμίζει κάθε δημιουργικότητα, που νεκρώνει την απαίτηση για ορθολογική δράση και που, ενώνοντας αθώους και ενόχους, δίνει άφεση σε κάθε αμαρτία.
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 13-07-2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου